Αρχικά, παρουσιάζονται δύο γυναίκες οι οποίες έχουν ως επίκεντρο της συζήτησής τους έναν άντρα και μάχονται για εκείνον η μία ενάντια στην άλλη. Η άμυνα της μιας φαίνεται όχι τόσο από τα λόγια της αλλά από τη στάση που κρατά το σώμα της αφού κρατά τα χέρια της στη μέση, πράγμα που δηλώνει την έλλειψη προστασίας που της παρέχει μία ανδρική παρουσία.
Στη δεύτερη σκηνή μπορεί κανείς να δει μία από της ηρωίδες, τη Μελίτα, να συνομιλεί με τον πατέρα της για ένα κρίσιμο ζήτημα , για το αν τελικά θα κρατήσει το παιδί που κυοφορεί. Η απόφαση που παίρνει είναι θετική όμως εκφράζει τους ενδοιασμούς της για το κατά πόσο θα μπορέσει να το μεγαλώσει μόνη,χωρίς κάποιο σύντροφο. Παρουσιάζεται αδύναμη ενώ ο πατέρας της ως την προστατεύει. Παράλληλα στη στιχομυθία τους αναφέρεται και πως έκλαιγε, δείγμα του πόσο ευάλωτη είναι. Ο πατέρας της προσφέρεται να τη βοηθήσει, ενώ μιλούν για άτομα από το φιλικό περιβάλλον τα οποία ανήκουν στο αντίθετο φύλο και προσφέρονται και εκείνα να της παρέχουν βοήθεια. Το μόνο σίγουρο μέσα από την αποτύπωση του χαρακτήρα είναι πως είναι αδύναμη να ανταπεξέλθει μόνη στη ζωή, πάντα μια ανδική παρουσία παίζει καταλυτικό ρόλο.
Στην επόμενη σκηνή βλέπουμε μια γυναίκα να είναι σε ένα αυτοκίνητο, ένα κατ'εξοχίν ανδρικό σύμβολο, και αφού φτάσει στον προορισμό της να αγκαλιάζει έναν άντρα ο οποίος φαίνεται ανήμπορος λόγω κάποιου ατυχήματος. Η ηρωίδα εδώ έχει το ένστικτο της μάνας που φροντίζει τα παιδιά της μετά από ατυχήματα και τυχόντα τραύματα. Παρ' όλα αυτά όταν σε κάποια φάση ανησυχεί εκείνος μόνο μπορεί να την καθησυχάσει. Όπως θα δούμε παρακάτω μετά το ατύχημα του συντρόφου της εκείνη παραμελλεί τη δουλειά για να του μαγειρέψει και να τν φροντίσει (γυναίκα- νοικοκυρά).
Το πλάνο αλλάζει και μεταφερόμαστε στο χώρο ενός γραφείου που δύο άντρες συζητούν μεταξύ τους το θέμα τους είναι η δουλειά σε αντίθεση με όσα είχαμε δει πριν πχ τις πρωταγωνίστριες να τσακώνονται για τα μάτια του κεντρικού ήρωα, του Μάνου.
Στη συνέχεια, εναλλάσσονται πλάνα γυναικών οι οποίες είναι τοποθετημένες στον οικειακό χώρο ενώ άντρες στο εργασιακό περιβάλλον.
Η εναλλαγή σταματά στη σκηνή που προαναφέρθηκε με την κοπέλα στο σπίτι να μιλά στο τηλέφωνο με τους συνεργάτες της ενώ παραμελεί τη δουλειά για χάρη του συντρόφου της.
Τέλος, θα μελετηθεί η σηνή στην οποία ένα ζευγάρι βρίσκεται στο σπίτι μετά από μία κουρατική μέρα του άνδρα στη δουλειά και τη γυναίκα να προσπαθεί να ανοίξει διάλογο μαζί του για τα οικογενειακά προβλήματα. Μέσα από το διάλογο η ένταση της φωνής του εναλλάσσεται, άλλωτε υψώνει τον τόνο της φωνής του ο ένας και άλλωτε ο άλλος στο τέλος όμως η άποψη του συζύγου υπερτερεί. Κατα τη διάρκεια της στιχομυθίας ο Δ.Κατρανίδης ως σύζυγος φιλοσοφει λέγοντας πως "η απόσταση από τα γεγονότα κάνει καλό" ενώ η γυναίκα του αντιμετωπίζει τις καταστάσεις ως μάνα με πάθος και αγωνία και όχι με ψυχραιμία όπως είναι σε θέση να κάνει εκείνος. Μιλώντας για την κόρη τους και την εγγονή τους τις εταιροπροσδιορίζουν αφού αναφέρονται ως "η σύζυγος και η κόρη του Μάνου" δηλώνοντας την εξάρτησή τους από εκείνον. Η εξάρτηση δηλώνεται και από τη φράση "αν μείνει στο δρόμο ο Μάνος, η Μελίτα θα το πληρώσει".
Η γυναίκα- σύζυγος και μάνα είναι αυτή που κατακλίζει τις σαπουνόπερες αφού απευθύνεται κυρίως σε γυναικείο κοινό το οποίο τις ώρες αυτές δεν εργάζεται. Έτσι κατασκευάζεται η γυναίκα με επίκεντρο της ζωής της τον άνδρα.
Σε ότι αφορά στην ανδρική παρουσία η κατασκευή επέρχεται στο περιβάλλον εργασίας στο οποίο είναι το κυρίαρχο ον, ενώ όλες οι συζητήσεις γίνονται γύρω από τα πρόσωπά τους. Ο ρόλος του εργαζόμενου κυριαρχεί από αυτόν του πατέρα ενώ η θέση του είναι να παρέχει προστασία στο άλλο φύλο.